Η ψυχαναλυτική εμπειρία της ομάδας - Η βιωματική εμπειρία μιας θεραπευόμενης

To άγχος της έκθεσης και της ετερότητας..τα πρώτα συναισθήματα

Η παρουσία του άλλου μέσα σε μια ομάδα ομαδικής θεραπείας που βρίσκεται στο αρχικό της στάδιο, προκαλεί άγχος, γιατί παραπέμπει το υποκείμενο στο Άλλο, δηλαδή στο ασυνείδητο, στο απωθημένο, στο άγνωστο, στο ξένο (Ναυρίδης, 2005). Στο πρώτο αυτό στάδιο ανάπτυξης της ομάδας, στο οποίο υπάρχει μεγάλη αναστάτωση, τίποτα ακόμα δεν έχει προσδιοριστεί, ούτε οι στόχοι, ούτε οι ρόλοι, ούτε οι διαδικασίες και όλα παραμένουν ρευστά (Ναυρίδης, 2005), μνήμες από τις πρώτες συναντήσεις της θεραπευτικής μου ομάδας, αρχίζουν και επανέρχονται.

Τα πρώτα συναισθήματα που νιώθω κατά την πρώτη ομαδική συνάντηση, είναι μια διάχυτη αμηχανία μέσα στην αίθουσα, μαζί με εκείνο το γνώριμο άγχος που με διακατέχει όταν βρίσκομαι με πολλά άτομα μαζί και καλούμαι να εκθέσω «κομμάτια» από τον εαυτό μου..Τα ίδια συναισθήματα προβάλλουν ξανά: άγχος με συνοδά σωματικά συμπτώματα, όπως σφίξιμο στο στομάχι κι έναν ελαφρύ πονοκέφαλο που όσο περνάει η ώρα επιδεινώνεται..Θυμάμαι τον εαυτό μου πρίν από ένα περίπου χρόνο που έφυγα από την ομάδα, να φεύγω από τις πρώτες συνεδρίες με σχεδόν βρεγμένα τα ρούχα μου από τον ιδρώτα, αλλά και με εκείνη τη γλυκιά αίσθηση της ανακούφισης, που σχεδόν μοιάζει με λύτρωση, μετά το τέλος μιας δύσκολης διεργασίας. Κάπως έτσι αισθάνθηκα και στη συνάντηση αυτή..από την πρώτη στιγμή που κάθισα στην καρέκλα σκεφτόμουν το τέλος της ομάδας και έτσι ένιωθα καλύτερα. Σε όλη τη διάρκεια της συνάντησης, κοιτούσα τους συμφοιτητές μου αλλά και τον καθηγητή, περιμένοντας κάποιος να πεί κάτι ή να καταλάβω τι ακριβώς επρόκειτο να γίνει. Γύρω μου έβλεπα πρόσωπα αμήχανα, αλλά και χαμογελαστά, σχεδόν «ψιλιασμένα» για το αμήχανο της συνάντησης, καθώς όπως μου εξήγησαν μερικοί συμφοιτητές μου στο διάλειμμα, το πρώτο «σόκ» όπως χαρακτηριστικά ειπώθηκε, το βίωσαν όλοι όσοι βρέθηκαν στην πρώτη συνάντηση, από την οποία εγώ απουσίασα. Κάποιος συμφοιτητής μου, μου είπε στο διάλειμμα: «μη φοβάσαι..δεν είναι τίποτα..κι εμείς την πρώτη φορά κάπως έτσι ήμασταν..θα προσαρμοστείς..», ενώ κάποιος άλλος μου είπε: «καλά εσύ με τρία χρόνια ομαδικής θεραπείας στην πλάτη σου και αγχώνεσαι..;». Στο πρώτο σχόλιο, σκεφτόμουν πόσες φορές στη ζωή μου έχω βιώσει το άγχος της προσαρμογής, στο οποίο σαν παιδί στρατιωτικού, κλήθηκα σχεδόν μέχρι την ενηλικίωσή μου, να το διαχειρίζομαι συνεχώς. Φευγαλέα, επανήλθαν μνήμες από τα σχολικά μου χρόνια, που σαν η «καινούρια» της τάξης, έπρεπε πάντα να παίρνω το χρόνο μου για να προσαρμόζομαι με τις εκάστοτε νέες καταστάσεις. Στο δεύτερο σχόλιο, σκέφτηκα ότι η κάθε ομάδα έχει τα δικά της χαρακτηριστικά, τους δικούς της κανόνες και κυρίως τα δικά της ξεχωριστά πρόσωπα και αυτό δεν παύει να αποτελει πηγή άγχους έτσι κι αλλιώς και αυτό απάντησα και στο σχολιασμό του συμφοιτητή μου

Η αυτορύθμιση της ομάδας

Σύμφωνα με τον Yalom,(2006), είναι σημαντικό να αναλάβει η ομάδα την ευθύνη για την ίδια την λειτουργία της. Αν η νόρμα αυτή δεν αναπτυχθεί, προκύπτει μια παθητική ομάδα που τα μέλη της είναι εξαρτημένα από τον συντονιστή, για να τους δώσει κίνηση και κατεύθυνση. Το σχόλιο που κάνει ο καθηγητής κατά τη διάρκεια της ομάδας «..η ομάδα μπορεί να λειτουργήσει από μόνη της και να αναλάβει πρωτοβουλία..», απαντά στην απορία μου για το γιατί επιλέγει ο ίδιος να είναι τόσο σιωπηλός και δεν μας δίνει κάποιου τύπου οδηγία. Το σχόλιό του αυτό, μου δημιουργεί ένα άγχος, καθώς αισθάνομαι ότι όπως και οι άλλοι μέσα στην ομάδα, έτσι κι εγώ, φέρω την ευθύνη για τη διαμόρφωση και την πορεία της.Σύμφωνα με τους Peretti, 1966 & Kenberg, 1998, ωστόσο, αυτή η οδηγία προς τα μέλη μιας ομάδας ομαδικής θεραπείας (training group), η οποία οδηγείται με μη- παρεμβατικό τρόπο, δεν λειτουργεί σχεδόν ποτέ απελευθερωτικά για τα μέλη, καθώς το αποτέλεσμα αυτής της δοτής ελευθερίας είναι ο κάθε συμμετέχων να βρίσκεται ξαφνικά αντιμέτωπος με τη δική του, εσωτερική λογοκρισία, ενώ από το άλλος μέρος, όλοι μαζί, μέσα από την μεταξύ τους αλληλεπίδραση,δρομολογούν και τη διαμόρφωση μιας συλλογικής λογοκρισίας, σε ομαδικό πλέον επίπεδο (Ναυρίδης, 2005).

Αντιστάσεις

Ο φόβος και η αποφυγή του άγχους αναγνωρίζονται ως οι «κύριες» αιτίες αντίστασης στην ομαδική θεραπεία. Σύγχρονοι θεωρητικοί υποστηρίζουν ότι τα μέλη φοβούνται για την εικόνα που θα δείξουν στα υπόλοιπα μέλη και στον θεραπευτή (μη φυσιολογικά, νευρικά κ.α.). Ανησυχούν μήπως αποκαλύπτοντας πολλές πληροφορίες για τον εαυτό τους, απορριφθούν ή δεχτούν επίθεση από τα υπόλοιπα μέλη. Ίσως φοβούνται την αυτό- αποκάλυψη, την εξάρτηση από την ομάδα (εφόσον στηρίζονται σε άλλα μέλη για να λύσουν τα προβλήματα τους) ή την κενότητα (emptiness) από την σκέψη ότι δεν θα υπάρχει τίποτε σε αυτούς που θα μπορούσαν οι άλλοι να εκτιμήσουν. Ο Ormont (1988), εισάγει τέσσερεις κύριες αιτίες αντίστασης στην οικειότητα μέσα στην ομάδα: α) τον φόβο της παρορμητικότητας (impulsivity), β) της απόρριψης, γ) της συγχώνευσης (merging- μειωμένη αίσθηση ατομικότητας) και δ) της επιρρέπειας στο να πληγωθούν, να εξευτελιστούν.

Κατά τη διάρκεια της πρώτης ομαδικής συνάντησης, πιάνω τον εαυτό μου για κάποιο λόγο να θυμώνει.. στα διαστήματα των σιωπών, το μυαλό μου τρέχει στα «δικά» μου : δουλειά, παρακολουθήσεις, διάβασμα, οικονομικά προβλήματα, περιορισμένος χρόνος για προσωπική ζωή, άγχος αποκατάστασης, πίεση από την οικογένεια, φίλοι και μια ενέργεια για ζωή που αισθάνομαι τελευταία ότι την κατασπαταλώ σε υποχρεώσεις και όχι σε δραστηριότητες που μου είναι ευχάριστες.Εκεί σκέφτομαι τα ενδιαφέροντά μου και πόσο πίσω τα έχω αφήσει: γυμναστική, αναρρίχηση, χορός, φωτογραφία…θυμώνω κι άλλο…για λίγα δευτερόλεπτα , επανέρχομαι πάλι στα πρώτα παιδικά μου χρόνια, όπου οι γονείς μου με είχαν γράψει σε σχολή χορού για να μάθω μπαλέτο..σκεφτόμουν πόσο διαφορετική θα ήταν η ζωή μου σήμερα εάν είχα επιλέξει να γίνω δασκάλα χορού.. η περιγραφή του ονείρου μιας συμφοιτήτριάς μου με «ξυπνάει» από το λήθαργο των σκέψεών μου και πιάνω τον εαυτό μου να καταβάλλει προσπάθεια να ακούσει με ενδιαφέρον αυτά που λέει..δεν είμαι σίγουρη ότι καταφέρνω να την παρακολουθήσω… βγάζω το μπλοκ των σημειώσεων μου να καταγράψω κάτι ενδιαφέρον που θα ειπωθεί μηπως και βρώ κάποιο νόημα μέσα σε αυτήν την ομάδα..ακούω το σχόλιο του καθηγητή: «…τα όνειρα που προκύπτουν από τις διεργασίες της ομάδας, λέγονται ομαδικά όνειρα..»και το καταγράφω..Έχω σχεδόν ιδρώσει..αισθάνομαι τον εαυτό μου να έέχει χαλαρώσει από το άγχος αλλά να έχει θυμώσει αρκετά…το ξαφνικό «κάλεσμα» μιας συμφοιτήτριάς μου στην ομάδα, η οποία παρατηρεί το πρόσωπό μου λέγοντάς μου: «..είσαι καλά..; σε κοιτάζω τόση ώρα και πρώτη φορά σε βλέπω έτσι…σαν να έχεις θυμώσει…δεν ξέρω…» και η άμεση πρόσκληση της μιας άλλης συμφοιτήτριας…εγώ θα ήθελα να ακούσω την Άννα..είναι  ίδια φάση με μένα και περνά από τις ίδιες δυσκολίες όπως κι εγώ..δουλειά και σπουδές μαζί…». Τα μάτια όλων στρέφονται πάνω μου, σκέφτομαι ότι για ακόμα μια φορά το πρόσωπό μου μιλά από μόνο του χωρίς να χρειαστεί εγώ να πώ απολύτως τίποτα, λόγω της χαρακτηριστικής εκφραστικοτητάς μου και χωρίς δεύτερη σκέψη, παίρνω τον λόγο αμέσως για να εκτονώσω όλη την ένταση που είχα συσσωρεύσει...λέω στην ομάδα ότι αισθάνομαι πολύ θυμωμένη για αυτή τη συνάντηση…τους λέω ότι δεν ξέρω τι νόημα έχει όλο αυτό που κάνουμε εδώ, ότι δεν έχω λάβει καμία οδηγία για το μάθημα κι ότι αισθάνομαι ότι η ζωή μου με προσπερνάει κι εγώ απλά τη βλέπω να περνά από μπροστά μου χωρίς να κάνω απολύτως τίποτα…συνέχισα με την περιγραφή του δύσκολου προγράμματός μου, στο πόσο πολύ θα ήθελα αυτή την ώρα να πίνω καφέ με τις φίλες μου και να κουτσομπολεύω, παρά να βρίσκομαι στην αίθουσα αυτή, προσπαθώντας να καταλάβω τι συμβαίνει. Μετά στράφηκα προς τον καθηγητή, είπα ότι αυτό που κάνουμε εδώ δεν είναι θεραπευτική ομάδα, ότι θα κρατήσει για λίγο και ότι δεν θα ήθελα να ανοίξω τα δικά μου θέματα και μετά όλο αυτό να μην έχει συνέχεια…εξήγησα το ρίσκο που αισθάνομαι ότι πρέπει να πάρω, χωρίς όμως να «ακουμπάει» σε μια διεργασία που θα έχει δομή και συνέχεια στο χρόνο..είμαι σχεδόν σίγουρη ότι έχω δίκιο σε όλα όσα είπα και ταυτόχρονα αναγνωρίζω στον εαυτό μου ότι όλα αυτά που λέω έχουν να κάνουν σε ένα ποσοστό και με τις δικές μου αντιστάσεις. Αναλογίζομαι αν με όλη μου αυτή την αντίδραση, χρησιμοποιώ άμυνες για να αποφύγω συναισθήματα. Σκέφτομαι την διανοητικοποίηση και τη γενίκευση, ως μαθημένες άμυνες που χρησιμοποιώ στη ζωή μου. Η διανοητικοποίηση, χαρακτηρίζεται από εστίαση στο λογικό περιεχόμενο και όχι σε συναισθηματική απόκριση, δηλαδή συζητούν έντονα συναισθηματικά ζητήματα χωρίς συναισθηματική εμπλοκή. Αυτή η αντίσταση θεωρείται ότι βασίζεται στο άγχος αλλά είναι μια φυσιολογική άμυνα. Στη γενίκευση αναφέρονται συχνά σε άλλους («κανείς, αυτοί, όλοι») παρά σε συγκεκριμένα δικά τους αισθήματα. Με αυτόν τον τρόπο, τα μέλη παρεμποδίζονται να «έρθουν κοντά» με άλλους ανθρώπους και να έχουν τα δικά τους αισθήματα. Στην ομάδα ήδη νιώθω πολύ καλύτερα μετά από αυτό το «ξέσπασμα»..

Τα όνειρα

Η διερεύνηση κάποιων ονείρων μέσα στην ομάδα, επιταχύνει την ομαδική θεραπευτική δουλειά. Τα ομαδικά όνειρα είναι τα πολυτιμότερα-τα όνειρα που αφορούν την ομάδα ως οντότητα- ή τα όνειρα που αντανακλούν τα συναισθήματα του ονειρευόμενου, για ένα ή περισσότερα μέλη της ομάδας. Κάποια όνειρα μπορεί να εισάγουν, με καλυμμένη μορφή, υλικό που είναι συνειδητό αλλά που τα μέλη ήταν ως τώρα απρόθυμα να το συζητήσουν στην ομάδα (Yalom, 2006).

Στην ομάδα αυτή, αναφέρθηκαν από τους συμφοιτητές μου όνειρα που έβλεπαν ενδιάμεσα των συναντήσεών μας. Όταν κάποια συμφοιτήτριά μου αναφέρθηκε στο όνειρο που είδε ένα τροχαίο ατύχημα, ο καθηγητής συσχέτισε το όνειρό της, με τις ασυνείδητες διεργασίες της ομάδας από την πρώτη της συνάντηση,καθώς τα θέματα που αναδύθηκαν παρέπεμπαν στο θέμα του πένθους. Το θέμα συζήτησης που λίγα λεπτά μετά την περιγραφή του ονείρου, ζήτησε να συζητηθεί από τη συμφοιτήτριά μου και αφορούσε το ζήτημα του γάμου, συνδέθηκε ξανά από τον καθηγητή, ως ένας τρόπος της ομάδας να δώσει «λύση» στο πρόβλημα που άνοιξε στην προηγούμενη ομάδα. Ο γάμος, ως σταθερό και ασφαλές σημείο στην ζωή μας,θα αποτελέσει τη «λύση» για το πένθος που αναδύθηκε σαν θέμα την προηγούμενη εβδομάδα.

Κατά τον Ναυρίδη (2006), τα όνειρα, παρόλο που δεν παύουν να έχουν την προσωπική υποκειμενική σφραγίδα του ονειρευόμενου, είναι ταυτόχρονα και το αποτέλεσμα μιας συν-κατασκευής ή αλλιώς, τα παράγωγα μιας ασυνείδητης ομαδικής αλλλεπίδρασης.

Η λειτουργία της σιωπής μέσα στην ομάδα

Παρατηρώντας τον εαυτό μου μέσα στις ομαδικές συναντήσεις, διαπιστώνω ότι επιλέγω συνήθως τη σιωπή, ειδικότερα όταν βρίσκομαι στις πρώτες συνεδρίες της ομάδας. Κάτι που γνωρίζω καλά για τον εαυτό μου, είναι πώς γενικά χρειάζομαι τα χρόνο μου να εμπιστευτώ την ομάδα και τις διεργασίες της και όταν αισθανθώ ασφαλής τότε αρχίζω και μοιράζομαι με τους άλλους δικά μου πράγματα. Αναλογίζομαι μήπως αυτή μου η σιωπή, σχετίζεται με την ταύτισή μου με συναισθήματα που κυκλοφορούν μέσα στην ομάδα, αλλά δεν μπορούν να εκφραστούν με λόγια ούτε και να ακουστούν μέσα σε αυτή(Ναυρίδης, 2005). Κατά τη διάρκεια της ομαδικής μου θεραπείας, η οποία διήρκεσε τρία χρόνια, η θεραπεύτριά μου, μου επεσήμανε συνεχώς ότι ασυνείδητα έμπαινα στη διαδικασία να αναλαμβάνω συγκινησιακές και συναισθηματικές πλευρές της ομάδας, ότι ταυτίζομαι συναισθηματικά πολύ εύκολα με τα θέματα των άλλων και ότι αυτό είναι κάτι που σχετίζεται τόσο με το χαρακτήρα μου, αλλά κυρίως λόγω της προσωπικής οικογενειακής μου ιστορίας. Ο ρόλος μου μέσα στην οικογένεια, επέβαλλε να διατηρώ τη στάση του ώριμου , αυτάρκους και «δυνατού» παιδιού, που είναι «καλό» σε όλα, δεν απασχολεί με δικά του προβλήματα, αλλά απεναντίας, απορροφά κραδασμούς, στηρίζει ή και καλείται πολλές φορές να «σώσει» ή να δώσει λύσεις. Κατά τη διάρκεια της θεραπείας μου, συνειδητοποίησα ότι ο ρόλος μου αυτός, συνδέεται με όλες τις επιλογές μου έως τώρα, που αφορούν τόσο τις σχέσεις μου με τους άλλους, όσο και την επιλογή της επαγγελματικής μου πορείας. Αναλογίζομαι ότι στα πρώτα χρόνια των σπουδών μου στην Ψυχολογία, όπου κλήθηκα να κάνω πρακτική άσκηση, θυμάμαι τον εαυτό μου να έχει πάντα μια άνεσαη στο να στηρίζει, να ακούει και να καταλαβαίνει τους άλλους, ακόμα κι όταν επιλέγω τη σιωπή για να το κάνω. Κάτι τέτοιο πρέπει να συνέβη και μέσα στην ομάδα αυτή. Επέλεξα να κρατήσω το ρόλο της σιωπηλής και να ακούω, παίρνοντας το χρόνο μου…Παρατήρησα επίσης, ότι δύο φορές που μέσα στην ομάδα κάποιο μέλος στοχοποιήθηκε, το άγχος μου αυξήθηκε και έσπευσα να παρέξω «βοήθεια» ή να δείξω με τον τρόπο μου ότι συμπάσχω μαζί του . Στην περίπτωση που ο συμφοιτητής μου ο Παναγιώτης στοχοποιήθηκε,λόγω της διαφορετικότητάς του, μίλησα στην ομάδα χωρίς να κάνω δεύτερες σκέψεις και παίρνοντας ρόλο «προστάτη», είπα: «..μα γιατί έχει μετατοπιστεί το θέμα της ομάδας πάνω στον Παναγιώτη…;». Σε κάποια φάση της ομάδας, κάποια συμφοιτήτριά μου, έθεσε ανοιχτά το θέμα των σιωπηλών και των μη –σιωπηλών της ομάδας, τοποθετώντας τον εαυτό της στη δεύτερη κατηγορία. Ανήκοντας στους σιωπηλούς της ομάδας, στο σημείο εκείνο αισθάνθηκα μια επίθεση, η οποία όμως αναγνώριζα ότι δεν ήταν στοχευμένη σε μένα ή και σε όλους εκείνους που ήταν σιωπηλοί μέσα στην ομάδα.

Κατά τον Ναυρίδη (2005), με τη θεματοποίησή της η ίδια η σιωπή διαμεσολαβεί, γίνεται μια επιφάνεια προβολών,με άλλα λόγια ένα μέσο για να μιλήσει η ομάδα και να επεξεργαστεί όλα αυτά τα πολύ σημαντικά πράγματα. Ο καθηγητής σχολίασε την χρησιμότητα της σιωπής μέσα στην ομάδα και εξήγησε ότι και στα πιο σιωπηλά μέλη, γίνονται εσωτερικές διεργασίες, οι οποίες συμβάλλουν στη διαμόρφωση αλλά και την εξέλιξη της ομάδας.

Ο ρόλος του θεραπευτή

Σύμφωνα με τον Ναυρίδη (2005), δε συμβαίνει σπάνια κατά τη διάρκεια μιας ομάδας, να προσλαμβάνεται ο ομαδικός θεραπευτής ως σιωπηλός από τους συμμετέχοντες και να ακούγονται σχετικά παράπονα από τα μέλη. Η σιωπή επίσης του αναλυτή, είναι δυνατό να βιωθεί από την ομάδα, ως απειλητικό αντικείμενο που πρέπει να αποβληθεί. Στην ομάδα αυτή, αρχικά αισθάνθηκα απειλητική την σιωπή του καθηγητή-αναλυτή της ομάδας, στη συνέχεια όμως διαπίστωσα ότι η σιωπή του λειτούργησε ως κινητοποιητικό στοιχείο για τη διεργασία της ομάδας,αρχικά με την ανάδυση των επιθετικών συναισθημάτων που στρέψαμε ως μέλη της ομάδας προς εκείνον , η οποία επέφερε ,με τη βοήθεια και τις επεξηγήσεις του καθηγητή, την ανάληψη της προσωπικής ως αυτόνομα μέλη, αλλά και της συλλογικής, ως ομάδας στο σύνολό της, ευθύνης για την διαμόρφωση και την εξέλιξή της. Με άλλα λόγια, όπως προανέφερα, με κάποιον τρόπο η σιωπή, βοήθησε στην αυτορρύθμιση της ομάδας και εγκατέστησε τις πρώτες θεραπευτικές νόρμες. Με βάση τον Bejarano (1972), καθηγητής-αναλυτής, αποτέλεσε το πατρικό μορφοείδωλο (imago),το οποίο επέτρεψε την κεντρική μεταβίβαση της ομάδας. (Ναυρίδης, 2005). Έτσι, κατά τη διάρκεια της ομάδας, οι αναφορές που κάναμε σε κάποιες συγκρούσεις που είχαμε με τους καθηγητές μας κατά τις προηγούμενες συναντήσεις, ή οι παρατηρήσεις μας για τις θέσεις που παίρναμε όταν καθόμασταν μέσα στην ομάδα, συνδέθηκαν με τα γονεικά μας πρόσωπα. Οι συνδέσεις αυτές με βοήθησαν να καταλάβω πώς το «εδώ και τώρα» που συνέβαινε στην τάξη, σχετίζεται με τις προσωπικές οικογενειακές μας ιστορίες. Η χωροταξική απόσταση του καθενός μας μέσα στην τάξη, από τον καθηγητή-συντονιστή της ομάδας, (πόσο κοντά ή μακριά καθόμασταν από εκείνον), παραλληλίστηκε με το πόσο κοντά ή μακριά βρισκόμαστε από τα γονεικά μας πρόσωπα. Το «κοντά ή το μακριά», επισημάνθηκε ότι δεν είναι πάντα ξεκάθαρο και για τον καθέναν από εμάς αποκτά διαφορετικό νόημα βάσει της προσωπικής μας ιστορίας. Οι χωροταξικές αποστάσεις ανάμεσα σε γονείς και παιδιά, είναι πολλές φορές αντιστρόφως ανάλογες με τις συναισθηματικές. Μπορεί ένα παιδί να ζεί μαζί με το γονιό του, αλλά η συναισθηματική απόσταση μεταξύ τους να είναι πολύ μεγάλη ή το αντίστροφο. Στο σημείο αυτό, αρχίζω και προβληματίζομαι πάνω στο «κοντά και μακριά», έτσι όπως αυτό βιώνεται μέσα στη δική μου οικογένεια.

Βιβλιογραφία

Higgs, J. A. (1992). Dealing with resistance: Strategies for effective group. The Journal for Specialists in Group Work, 17:2, 67-73, Ανάκτηση στις 3 Απριλίου 2012 από https://dx.doi.org/10.1080/01933929208413714

Μπαφίτη , Τ. (2005). «Από τα δεσμά στους δεσμούς: Σχέσεις που αρρωσταίνουν, σχέσεις που θεραπεύουν.».Στο Καλαρρύτης, Γ.&Μπαφίτη, Τ. (εκδ.), Σώμα υγιές σε νού υγιή. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα.

Ναυρίδης, Γ.Κ. (2005). Ψυχολογία των Ομάδων Κλινική Ψυχοδυναμική Προσέγγιση. Αθήνα: Εκδόσεις Παπαζήση

Yalom, I. D. (2006). Θεωρία και Πράξη της Ομαδικής Ψυχοθεραπείας.(Ε. Ανδριτσάνου- Δ. Κακατσάκη, Μετάφ.). Αθήνα: Άγρα (Το πρωτότυπο έργο δημοσιεύτηκε το 2005)

Απαγορεύεται ρητά η αναδημοσίευση του άρθρου, χωρίς την άδεια της συγγραφέως

Ημερολόγιο Γεγονότων

Ψυχολογική Αναδραστικότητα: Η αντίδραση στον περιορισμό της ελευθερίας

Η τρέχουσα περίοδος, την οποία διανύουμε με άγχος και αβεβαιότητα, είναι πρωτόγνωρη για κάθε άτομο, ομάδα και κοινωνία. Είναι, ίσως, η πρώτη φορά που λόγω μιας πανδημίας, η πλειοψηφία των κατοίκων του πλανήτη έχει τεθεί σε καραντίνα και απομόνωση, με σκοπό τη διακοπή της μετάδοσης του –γνωστού πια...
Διαβάστε περισσότερα